Η Λίζα Βάντερμπουλ Έβερτ , μια ιδιαίτερη γυναίκα, φωτογράφος και συγγραφέας , πρότυπο διανοούμενης για όσους την γνωρίσαμε και συνεργαστήκαμε, μας είναι πολύ δύσκολη η απουσία της.
Γεννημένη στην Αθήνα από γονείς φιλέλληνες από πατέρα σπουδαίο αρχαιολόγο και από τους ιδρυτές της Αμερικανικής αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα. Για τα αστικά δεδομένα της δικής μας εποχής, ευγενική, διακριτική, μορφωμένη, αφοσιωμένη σύζυγος του Δημάρχου Αθηνών Μιλτιάδη Έβερτ (1986) και αργότερα του πρώην Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, μακριά από τα λαμπερά μεγαλεία της κοινωνικής ζωής, απέφευγε να πέσουν επάνω της τα φώτα της δημοσιότητας.
Η Λίζα ήταν μια σπουδαία καλλιτέχνης, δημιουργική, δυναμική, χειραφετημένη και προοδευτική, σεμνή και απλή, η οποία εκτός από τις σπουδές της, τη δεκαετία του 80 παίρνει μαθήματα και από την σπουδαία φωτογράφο Nelly, εμπλουτίζοντας τις γνώσεις της . Στα μέσα του 1980 χαράζει τον δικό της δρόμο, τον οποίο ακολουθούσε με πάθος και διακριτικότητα ως κλασσική φωτογράφος. Μελέτησε και αποτύπωσε στις φωτογραφίες της τα βήματα του Ελληνισμού με ιδιαίτερη ευαισθησία.
Φορτωμένη τις φωτογραφικές μηχανές με όλα τα εξαρτήματα ταξιδεύει να καταγράψει με το φακό της τις ιστορίες του Ελληνισμού της Μεγάλης Ελλάδας και της Καθ’ημάς Ανατολής, στην Κωνσταντινούπολη, τον Πόντο, την Καππαδοκία, την Ιωνία. Αποτυπώνει με τον φακό της τους τόπους όπου έζησε ο Ελληνισμός, τα ιστορικά μνημεία στην ύπαιθρο και τις πόλεις, την Βυζαντινή και την μετά-Βυζαντινή παράδοση ως τον 20 αιώνα με ανιδιοτέλεια και ακάματη εργατικότητα.
Γνωρίστηκα με την φωτογράφο Λίζα Εβερτ , η οποία ήτανε όπως και εγώ μέλος στο Πολιτιστικό Κέντρο «Πανόραμα» που στεγαζόταν στο Κολωνάκι. Στις 30 Μαρτίου του 1989, εγκαινιάστηκε στο Πανόραμα η έκθεση Σταμπωτών από την συλλογή μου. Η Λίζα επισκέφτηκε την έκθεση, ενθουσιάστηκε, μου πρότεινε να την μεταφέρω μετά στις αίθουσες του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων. Πήγαμε μαζί να με συστήσει στην διευθύντρια και στις συνεργάτες της στο Πνευματικό Κέντρο να δω τον χώρο και να ορίσουμε ημερομηνία. Τα εγκαίνια της έκθεσης έγιναν στις 16 Νοεμβρίου του 1989. Η έκθεση είχε τεράστια επιτυχία.
Μετά την έκθεση στο Δήμο Αθηναίων, το 1990 ήταν δική της η πρόταση να φωτογραφίσει με μεγάλο ενθουσιασμό σε στούντιο την συλλογή μου με τα υφάσματα και τα εκθέματα του νομού της Βιθυνίας, για το βιβλίο μου «Τα Μεταξωτά της Προύσας» που θα συνόδευε την έκθεση στο Μουσείο της Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης το 1991. Μια έκθεση που ξεκίνησε για δύο μήνες και κράτησε ενάμιση χρόνο.
Ταυτόχρονα συζητούσαμε με την Λίζα και για μελλοντικές συνεργασίες. Για το καλοκαίρι του 1991 ήμουν καλεσμένη από την αγαπητή Ζαππίδα φίλη Μπέλλα Οζτασιγιάν-Μπερναρτίνη η οποία σπούδασε και παντρεύτηκε τον τιτλούχο συμφοιτητή της στο Λέτσε, να εκθέσω υφαντές πετσέτες της συλλογής μου, κάλεσα και την Λίζα να εκθέσει φωτογραφίες της Πόλης και της Μικράς Ασίας στο Λέτσε και ξεκινήσαμε μαζί με τις αποσκευές μας με καράβι από την Πάτρα για το Μπρίντιζί . Η Μπέλλα Μπερναρτίνη είχε ειδοποιήσει τον καπετάνιο ο οποίος ήταν οικογενειακός τους φίλος και μας υποδέχτηκε φιλικότατα. Στο Μπρίντιζί μας περίμεναν η Μπέλλα με μια φίλη της, με τα αυτοκίνητα τους, μας φιλοξένησε στο σπίτι της, ένα Παλάτζιο του 16 αιώνα. Μετά δύο μέρες ήταν τα εγκαίνια των εκθέσεων μας στο Μαρτάνο. Σχεδόν δυο μέρες στήναμε όλοι μαζί τις δύο εκθέσεις, με πολύ διάθεση και χαρά, δεν μας άγγιζε η λέξη κούραση. Η Μπέλλα μας ξενάγησε στα ελληνόφωνα χωριά, τα οποία φωτογράφισε η Λίζα. Ήταν μεγάλη η απήχηση των δύο εκθέσεων μας, τον επόμενο χρόνο το 1992 μας ξανακάλεσαν σε μία έκθεση που διοργάνωσε ο Δήμος της Νάπολης. Μας ξενάγησαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο και σε κάποιες ιστορικές πόλεις γύρω από την Νάπολη. Επιστρέψαμε στην Αθήνα ενθουσιασμένες.
Το χειμώνα του 1992 στο Πανόραμα παρουσίασα σε μορφή σεμιναρίου «Η ιστορία της Πολίτικης Κουζίνας». Ήταν πρώτη παρουσίαση ιστορικά στην Ελλάδα. Το σεμινάριο όπως και πολλές άλλες εκδηλώσεις το παρακολούθησε και η Λίζα . Την ίδια περίοδο πήγαμε μαζί στην Πόλη, την ξενάγησα στις γειτονίες που έμενα στα παιδικά και νεανικά μου χρόνια στο Μακροχώρι, το οποίο φωτογράφισε όλο με τα σπίτια, την εκκλησία, το σχολείο. Ταυτόχρονα φωτογράφισε στην παλαιά Πόλη τα Βυζαντινά παρεκκλήσια, την Παναγία του Βεφά, τον Άγιο Θεράποντα σχεδόν εντοιχισμένο στο Σίρκετσι, τα Ψωμαθειά, και άλλα….
Το 1993 δημιούργησε τις εκδόσεις «Αστερισμός» και μου πρότεινε να εκδώσει ως πρώτο βιβλίο των εκδόσεων «Αστερισμός» την «Πολίτικη Κουζίνα». Κάναμε αρκετές συζητήσεις εκείνο το χειμώνα. Αναρωτιόμουν ποιος θα αγοράσει ένα βιβλίο μαγειρικής το οποίο περιέχει την ιστορία της γεύσης της μεγάλης Πρωτεύουσας και συνταγές της Πολίτικης κουζίνας πλαισιωμένο με τις φωτογραφίες της. Θεωρούσα ότι ήταν μια πολύ ακριβή επένδυση για τον εκδοτικό της οίκο ένα βιβλίο πάνω στην ιστορία της μαγειρικής . Στο στάδιο της εκτύπωσης της «Πολίτικης Κουζίνας» ξημερωθήκαμε μερικά βράδια στην καρέκλα στο τεράστιο τυπογραφείο για να συγκρίνουμε τις σελίδες με φωτογραφίες, σελίδες με φωτογραφίες και κείμενα μέσα από δεκάδες φύλλα που μόλις τύπωναν και μας έφερναν να επιλέξουμε όπως και το εξώφυλλο-οπισθόφυλλο να συγκρίνουμε τους τόνους των χρωμάτων και να καταλήξουμε στην τελική επιλογή με την Λίζα.
Όταν εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 1994 η «Πολίτικη Κουζίνα» έγινε πάταγος, δικαιώθηκε η Λίζα. Ακολούθησε ένας κύκλος παρουσιάσεων πανελλαδικά. Τότε αρχίσαμε να συζητούμε την «Μικρασιατική Κουζίνα», με μεγάλο ενθουσιασμό. Το βιβλίο κυκλοφόρησε το 1997 από τις εκδόσεις «Αστερισμός», επίσης με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Στις πολλές συνεργασίες μας κυριαρχούσε η συναδελφικότητα, η ευγένεια, η απλότητα όπως και σε όλες τις φιλικές μας συναντήσεις που συνέχισαν ως την τελευταία χρονιά.
Τον Νοέμβριο του 2022 συναντηθήκαμε με την Λίζα στα εγκαίνια της έκθεσης μου στο Ψηφιακό Μουσείο του Δήμου Νέας Σμύρνης όπου παρουσίαζα φωτογραφίες των σταμπωτών της συλλογής μου με τις Μαντήλες της Κοκόνας αρχές του 20ου αιώνα, από τα εργαστήρια του Βοσπόρου. Δεν φανταζόταν κανείς ότι θα ήταν η τελευταία μας συνάντηση γιατί είχαμε τηλεφωνηθεί 2-3 φόρες καθώς η αγαπητή μας φίλη η Μπέλλα της καλούσε να ξαναπαρουσιάσει τις φωτογραφίες της στην Νότια Ιταλία.